Μια μελλοντική ραγδαία αύξηση στην παραγωγή και χρήση φυσικού αερίου δεν είναι αρκετή για να «φρενάρει» την κλιματική αλλαγή. Μάλιστα, οι επιστήμονες εκφράζουν φόβους ότι μπορεί να έχει εντελώς αντίθετα αποτελέσματα.
Οπως επισημαίνει διεθνής ομάδα ερευνητών, είναι πιθανό εξαιτίας του φυσικού αερίου να υπάρξει αύξηση έως 10% στις εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου» μέχρι το 2050. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια νέα διεθνής επιστημονική μελέτη, η πιο αναλυτική του είδους της μέχρι σήμερα, η οποία συσχέτισε τις εκτιμήσεις για τις εξελίξεις στην οικονομία, στην ενέργεια και στο κλίμα τα επόμενα χρόνια με τη βοήθεια υπολογιστικών μοντέλων προσομοίωσης.
Οι ερευνητές από πολλές χώρες (ΗΠΑ, Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Αυστραλία), με επικεφαλής τον Χαεγόν ΜακΓιέον του Εθνικού Εργαστηρίου Pacific Northwest του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature», δείχνει ότι ενώ το φυσικό αέριο μπορεί να αντικαταστήσει τον ρυπογόνο άνθρακα μακροπρόθεσμα, δεν μπορεί να επιβραδύνει την αύξηση των εκπομπών «αερίων του θερμοκηπίου» σε βάθος χρόνου.
Επειδή το φυσικό αέριο εκπέμπει περίπου το μισό διοξείδιο του άνθρακα σε σχέση με τα άλλα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, άνθρακας κ.ά.), πολλοί ειδικοί είχαν εκτιμήσει ότι η συνεχιζόμενη αύξηση στην παραγωγή και ζήτηση του φυσικού αερίου θα συμβάλει αισθητά στη συγκράτηση της κλιματικής αλλαγής. Η νέα μελέτη (που συνοψίζει το παρεμφερές αποτέλεσμα πέντε ξεχωριστών μοντέλων πρόβλεψης) συμπεραίνει ότι τέτοιες ελπίδες είναι πλήρως ανεδαφικές.
Μια αιτία γι' αυτό είναι ότι το ολοένα φθηνότερο φυσικό αέριο δεν ανταγωνίζεται μόνο τον άνθρακα, αλλά και άλλες, πιο «καθαρές» πηγές ενέργειας, όπως την πυρηνική και τις ανανεώσιμες (αιολική, ηλιακή κ.ά.). Επιπλέον, ακριβώς επειδή το φυσικό αέριο γίνεται -λόγω της χαμηλότερης τιμής του και της δημιουργίας νέων αγωγών διέλευσης- πιο εύκολα προσβάσιμο, διευκολύνει την οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη, με τις αναπόφευκτες συνέπειες που έχει αυτό στην περαιτέρω ρύπανση της ατμόσφαιρας.
Τέλος, το φυσικό αέριο δεν παύει να περιέχει μεθάνιο, ένα αέριο του θερμοκηπίου πιο ισχυρό και από το διοξείδιο του άνθρακα. Στη διάρκεια της παραγωγής και διανομής του φυσικού αερίου, ένα μέρος από αυτό το μεθάνιο διαφεύγει απευθείας στην ατμόσφαιρα. Εν ολίγοις, εξαιτίας όλων των παραπάνω, το φυσικό αέριο τείνει διαχρονικά να αντισταθμίσει τα οφέλη του (περισσότερη ανάπτυξη, ενεργειακή ασφάλεια, καθαρότερο περιβάλλον κ.ά.).
Χάρη στις νέες τεχνικές (οριζόντια γεώτρηση, υδραυλική ρωγμάτωση κ.λπ.), η παγκόσμια παραγωγή του φυσικού αερίου αναμένεται να διπλασιαστεί ή και να τριπλασιαστεί έως το 2050. Όμως, «το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι το άφθονο φυσικό αέριο από μόνο του ελάχιστα θα επιφέρει κάποια επιβράδυνση της κλιματικής αλλαγής», όπως αναφέρουν οι ερευνητές, οι οποίοι επισημαίνουν ότι «οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα συνεχίσουν να αυξάνονται λόγω της απουσίας εκείνων των πολιτικών για το κλίμα που θα προωθήσουν συστηματικά ενεργειακές πηγές με λιγότερο άνθρακα».
Οπως επισημαίνει διεθνής ομάδα ερευνητών, είναι πιθανό εξαιτίας του φυσικού αερίου να υπάρξει αύξηση έως 10% στις εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου» μέχρι το 2050. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια νέα διεθνής επιστημονική μελέτη, η πιο αναλυτική του είδους της μέχρι σήμερα, η οποία συσχέτισε τις εκτιμήσεις για τις εξελίξεις στην οικονομία, στην ενέργεια και στο κλίμα τα επόμενα χρόνια με τη βοήθεια υπολογιστικών μοντέλων προσομοίωσης.
Οι ερευνητές από πολλές χώρες (ΗΠΑ, Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Αυστραλία), με επικεφαλής τον Χαεγόν ΜακΓιέον του Εθνικού Εργαστηρίου Pacific Northwest του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature», δείχνει ότι ενώ το φυσικό αέριο μπορεί να αντικαταστήσει τον ρυπογόνο άνθρακα μακροπρόθεσμα, δεν μπορεί να επιβραδύνει την αύξηση των εκπομπών «αερίων του θερμοκηπίου» σε βάθος χρόνου.
Επειδή το φυσικό αέριο εκπέμπει περίπου το μισό διοξείδιο του άνθρακα σε σχέση με τα άλλα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, άνθρακας κ.ά.), πολλοί ειδικοί είχαν εκτιμήσει ότι η συνεχιζόμενη αύξηση στην παραγωγή και ζήτηση του φυσικού αερίου θα συμβάλει αισθητά στη συγκράτηση της κλιματικής αλλαγής. Η νέα μελέτη (που συνοψίζει το παρεμφερές αποτέλεσμα πέντε ξεχωριστών μοντέλων πρόβλεψης) συμπεραίνει ότι τέτοιες ελπίδες είναι πλήρως ανεδαφικές.
Μια αιτία γι' αυτό είναι ότι το ολοένα φθηνότερο φυσικό αέριο δεν ανταγωνίζεται μόνο τον άνθρακα, αλλά και άλλες, πιο «καθαρές» πηγές ενέργειας, όπως την πυρηνική και τις ανανεώσιμες (αιολική, ηλιακή κ.ά.). Επιπλέον, ακριβώς επειδή το φυσικό αέριο γίνεται -λόγω της χαμηλότερης τιμής του και της δημιουργίας νέων αγωγών διέλευσης- πιο εύκολα προσβάσιμο, διευκολύνει την οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη, με τις αναπόφευκτες συνέπειες που έχει αυτό στην περαιτέρω ρύπανση της ατμόσφαιρας.
Τέλος, το φυσικό αέριο δεν παύει να περιέχει μεθάνιο, ένα αέριο του θερμοκηπίου πιο ισχυρό και από το διοξείδιο του άνθρακα. Στη διάρκεια της παραγωγής και διανομής του φυσικού αερίου, ένα μέρος από αυτό το μεθάνιο διαφεύγει απευθείας στην ατμόσφαιρα. Εν ολίγοις, εξαιτίας όλων των παραπάνω, το φυσικό αέριο τείνει διαχρονικά να αντισταθμίσει τα οφέλη του (περισσότερη ανάπτυξη, ενεργειακή ασφάλεια, καθαρότερο περιβάλλον κ.ά.).
Χάρη στις νέες τεχνικές (οριζόντια γεώτρηση, υδραυλική ρωγμάτωση κ.λπ.), η παγκόσμια παραγωγή του φυσικού αερίου αναμένεται να διπλασιαστεί ή και να τριπλασιαστεί έως το 2050. Όμως, «το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι το άφθονο φυσικό αέριο από μόνο του ελάχιστα θα επιφέρει κάποια επιβράδυνση της κλιματικής αλλαγής», όπως αναφέρουν οι ερευνητές, οι οποίοι επισημαίνουν ότι «οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα συνεχίσουν να αυξάνονται λόγω της απουσίας εκείνων των πολιτικών για το κλίμα που θα προωθήσουν συστηματικά ενεργειακές πηγές με λιγότερο άνθρακα».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου