Φωτογραφία: Βαγγέλης Ζαβός. |
Γράφει η
Από τότε που μετακόμισα στο κέντρο της Αθήνας, αντιμετωπίζω με επιφύλαξη τις φράσεις «νέα νυχτερινή πιάτσα» και «ανερχόμενη γειτονιά». Γιατί; Τα παραδείγματα μιλούν από μόνα τους: Γκάζι, Αγία Ειρήνη, Καρύτση, Εξάρχεια, Μοναστηράκι, Πετράλωνα, Ψυρρή - περιοχές που από εναλλακτικές έγιναν mainstream, άλλαξαν χαρακτήρα για να προσελκύσουν θαμώνες, μπούκωσαν από τον πολύ κόσμο και τελικά ξέπεσαν. Οποτε, λοιπόν, ακούω την παρέα μου να μιλάει για καινούργιο στέκι, πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται «μόδα είναι, θα περάσει» και μετράω από μέσα μου αντίστροφα ώσπου να επιβεβαιωθώ.
Δεν συνέβη το ίδιο όταν πριν από μερικούς μήνες έμαθα ότι το νέο hot spot της πόλης είναι το Κάτω Παγκράτι. Νεαρά ζευγάρια, φοιτητές ή καλλιτέχνες που αναζητούν μια γκαρσονιέρα με χαμηλό ενοίκιο, επιχειρηματίες που θέλησαν να εκμεταλλευτούν την αλλαγή ανθρωπογεωγραφίας σε μία από τις πιο κλασικές αστικές γειτονιές της Αθήνας, μετακόμισαν στα πέριξ του τριγώνου Βασιλέως Γεωργίου - Αρχελάου - Σπύρου Μερκούρη. Κάπως έτσι, καλύπτοντας τις ανάγκες ενός ετερόκλητου κοινού, πήρε και πάλι τα πάνω της μια περιοχή που είχε χάσει τον παλμό της μετά το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι - εμβληματικής μορφής της περιοχής.
Ενα σκηνικό... οικειότητας
Η πιάτσα που γνωρίζει σήμερα άνθηση χάρη στο νέο ρεύμα αφίξεων απλώνεται γύρω από τέσσερις πλατείες: Πλαστήρα, Προσκόπων, Βαρνάβα και Μεσολογγίου. Τα καινούργια καφέ-μπαρ που διαμορφώνουν το προφίλ της, όμως, δεν αλλοιώνουν ούτε στο ελάχιστο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της παλιάς Αθήνας, που γενικώς τείνει να χαθεί. Αντίθετα, ενώ το καθένα έχει δική του ταυτότητα, όλα ανεξαιρέτως διατηρούν ήπιους τόνους. Οι ιδιοκτήτες λειτουργούν περισσότερο σαν μέλη μιας ομάδας παρά ανταγωνιστικά.
Ο Γιώργος και η Εύα άνοιξαν πριν από ένα χρόνο, απέναντι από το ιστορικό «Καφενείο η Ελλάς», το «Chelsea Hotel» (Αρχιμήδους 1 και Πρόκλου), ένα all day café-bar που έμελλε να εξελιχθεί στο πιο πολυσύχναστο στέκι της περιοχής με 15 άτομα προσωπικό. Με μποέμικη ατμόσφαιρα και διακόσμηση που παραπέμπει στο ομώνυμο θρυλικό νεοϋορκέζικο ξενοδοχείο (στους τοίχους υπάρχουν ασπρόμαυρα κάδρα των Iggy Pop, Patti Smith, Charles Bukowski κ.ά.), δύσκολα βρίσκει κανείς άδειο τραπέζι ή πεζούλι για να καθίσει. «Δεν περιμέναμε τέτοια ανταπόκριση, ειδικά επειδή δεν χρησιμοποιούμε καθόλου τα κοινωνικά δίκτυα. Οπως αποδείχτηκε, η καλύτερη διαφήμιση γίνεται, τελικά, από στόμα σε στόμα», μου λέει ο Γιώργος ενώ βγάζει στο πεζοδρόμιο σκαμπό και καρέκλες για να βολέψει τους πελάτες που σχηματίζουν ουρά. Από τις 8 το πρωί έως το ξημέρωμα θα δεις εδώ τυχαίους περαστικούς με αθλητικά να πίνουν καφέ (ο εσπρέσο κοστίζει 2,20 ευρώ και ο φρέντο 3 ευρώ) μετά το τρέξιμο στο Καλλιμάρμαρο, διανοούμενους να απολαμβάνουν φθηνά ποτά (5,50 ευρώ), ηθοποιούς να κάνουν διάλειμμα από τις πρόβες πίνοντας τσίπουρο, ούζο ή ρακή συνοδεία τάρτας (4 ευρώ) ή ποικιλίας αλλαντικών και τυριών (8 ευρώ), δημοσιογράφους με λάπτοπ να περιεργάζονται τον κατάλογο με τα 15 είδη μπίρας. Οσο για τη μουσική; Μετά βίας ακούγονται έξω τζαζ μελωδίες. «Ανοιξε, γέμισε, λειτουργεί και ενσωματώνεται στην πλατεία... αθόρυβα, με σεβασμό στους ηλικιωμένους κατοίκους, και αυτό συνθέτει ένα σκηνικό οικειότητας».
Λίγο πιο πάνω, στα σύνορα με το Αλσος Παγκρατίου, βρίσκεται η οδός Αρχελάου - μια μικρογραφία γειτονιάς βγαλμένη, θαρρείς, από τη δεκαετία του ’60. Στο νούμερο 8 άνοιξε ο Μίλτος το «Small 8», ένα all day café βερολινέζικης αισθητικής. Και εδώ μαζεύονται ηθοποιοί και χορευτές (ακριβώς απέναντι βρίσκεται η νέα θεατρική σκηνή «Skrow»), αλλά τη χαλαρή ατμόσφαιρα (συχνά οι μουσικές επιλογές περιλαμβάνουν άριες) εκμεταλλεύονται και νέοι γονείς που θέλουν να ξεσκάσουν - ένα βράδυ πέτυχα ένα ζευγάρι να απολαμβάνει το κρασί του αγκαλιά με το νεογέννητο μωρό τους. Το μπαρ φημίζεται για τα περισσότερα από 20 κοκτέιλ του: «sunset» με τζιν, μαρμελάδα πορτοκάλι και μέντα, «hemingway» με ρούμι και γκρέιπφρουτ «summer passion» με βότκα, πράσινο μήλο και τζίντζερ - στην τιμή των 8 ευρώ. Σερβίρονται επίσης σαλάτες (από 6,50 ευρώ) και σάντουιτς (από 4 ευρώ).
Παρόμοιο τιμοκατάλογο διαθέτει και το «Musique Cafe» (Αρριανού 37 και Αρχελάου). Το πρώτο που προσέχει κανείς εδώ είναι η διακόσμηση βιομηχανικού στυλ - εντυπωσιακά φωτιστικά και φιάλες κρασιών για ντεκόρ. Εδώ, εκτός από πληθώρα κοκτέιλ που ετοιμάζουν οι έμπειροι bartenders και τα κανατάκια ρακόμελο, μπορεί κανείς να δοκιμάσει ορεκτικά και μεσογειακά πιάτα με έμφαση στις συνταγές και στα προϊόντα της Νάξου (γραβιέρα και λουκάνικα), από όπου κατάγεται ο ιδιοκτήτης Μάκης Μικές. Πίσω από την ξύλινη μπάρα, ο Αλεξ μού λέει πως «είναι μεγάλο αβαντάζ το να τελειώνεις τη δουλειά και να επιστρέφεις στο σπίτι με τα πόδια. Οσο αργά και να είναι, εδώ δεν φοβάσαι να κυκλοφορήσεις το βράδυ».
Στον ίδιο δρόμο συναντά κανείς το «Pink Freud» (Αρχελάου 7) -διαθέτει τρία τραπέζια, πολλά ράφια με ενδιαφέροντες τίτλους βιβλίων και φιλοξενεί συχνά εκθέσεις φωτογραφίας-, το μπαρ «Τρίγωνο» (Αρχελάου 23) του Μένιου, γέννημα-θρέμμα Παγκρατιώτη, αλλά και το «Αλ Ταχρίρ» (Αρχελάου 14) για ναργιλέ.
Σειρά έχει η πλατεία Προσκόπων. Η περιοχή παλιά λεγόταν Βατραχονήσι λόγω των βατράχων - σήμερα, αντί για... «κουάξ», ακούς την κίνηση της Βασιλέως Κωνσταντίνου και τις συζητήσεις μεταξύ ποιητών στα μπαλκόνια των αρχοντικών πολυκατοικιών με θέα την Ακρόπολη και τον Λυκαβηττό. Χαζεύοντας την περαντζάδα, δεν είναι διόλου απίθανο να συναντήσεις κάποιον «επώνυμο» που κατοικεί στην περιοχή, όπως η Θέμις Μπαζάκα, ο Φοίβος Δεληβοριάς, ο Σταύρος Ζαλμάς κ.ά. Συγγραφείς απολαμβάνουν το κρουασάν τους διαβάζοντας κυριακάτικες εφημερίδες στο «Αερόστατο», ενώ τροβαδούροι κρατούν συντροφιά με νησιώτικες πενιές σε τουρίστες που απολαμβάνουν το κρασί τους συνοδεία μπεκρή μεζέ στην ταβέρνα «Ρολόι».
Τελευταία στάση στο «Superfly» (Εμπεδοκλέους 28), όπου ο Χρήστος και ο Δημήτρης έστησαν το δικό τους playroom με ρετρό επιτραπέζια και ηλεκτρονικά παιχνίδια δωρεάν για την πιτσιρικαρία. «Ευτυχώς είναι κοντά σε μετρό και περνούν από εδώ τρεις γραμμές τρόλεϊ και περισσότερες από δέκα γραμμές λεωφορείων, γιατί όλα τα βρίσκει κανείς στο Παγκράτι εκτός από το να παρκάρει!» λέει η Αρτεμις, φοιτήτρια στην Καλών Τεχνών.
Μια βόλτα στο ανανεωμένο Κάτω Παγκράτι με έπεισε ότι η γειτονιά πήρε τα πάνω της φιλοξενώντας ανθρώπους όλων των ηλικιών που αγαπούν την τέχνη και βαρέθηκαν την ηχορύπανση. Θα καταφέρει να αποφύγει τα κλισέ της αθηναϊκής διασκέδασης και να εξισορροπήσει την ποιότητα με τις προσιτές τιμές, ώστε η επιτυχία να μην είναι εφήμερη αλλά διαχρονική; Θα μιλάμε σε ένα χρόνο από τώρα για πρότυπο βιώσιμης επιχειρηματικότητας; Χρειάζεται μέτρο. Ακούγεται ουτοπικό, αλλά έτσι είναι το Παγκράτι. Ρομαντικό όσο το ρητό που είδα γραμμένο σε τοίχο του: «Ξυπνήστε αυτούς που κοιμούνται, αφήστε αυτούς που ονειρεύονται».
«Επιστρέφουν» και τα παλιά στέκια
Οπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις αναγέννησης μιας γειτονιάς, κοντά στα νέα στέκια ξαναγεμίζουν και τα παλιά, τα οποία με τη σειρά τους βιώνουν καινούργιες δόξες. Μερικά από αυτά είναι ο θερινός κινηματογράφος «Οασις» (Πρατίνου 7), στον κήπο μιας μονοκατοικίας με γάτες, το μοντέρνο μεζεδοπωλείο «Μαύρο πρόβατο» (Αρριανού 31), το νέας κοπής σουβλατζίδικο «Piggyπόπουλο» (Αρχελάου 16), το συνοικιακό βιβλιοπωλείο «Πλειάδες» (Σπύρου Μερκούρη 62), το μπεργκεράδικο «Colibri» (Εμπεδοκλέους 9), η ρακή και τα κρητικά τυριά του Μίνωα Τέρψη (Εμπεδοκλέους 69), το παγωτό μουστάρδα της Τούλας (Ευτυχίδου 41), τα ψάρια της Αιγινήτισσας (Φιλολάου 42), τα χοιρινά από το Αστρος Κυνουρίας του κ. Παπούλια (Πύρρωνος 4), το ψωμί στην «Πνύκα» (Πρατίνου 13), η μεσογειακή κουζίνα με 55ετή ιστορία στον «Μαγεμένο αυλό» (Αμύντα 4).
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου